Το κράτος μόνο πληρώνει, ο εργολάβος κάνει ό,τι θέλει, ο λογαριασμός στους πολίτες και το περιβάλλον. Του Ηλία Σταθάτου
Η διαχείριση των απορριμμάτων αποτελεί για δεκαετίες ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα, ένα χρονίζον πρόβλημα που ταλανίζει τις τοπικές κοινωνίες. Ποιος δεν θυμάται το «αίσχος» με τα σκουπίδια του Γυθείου, τις δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, παράνομες και ανεξέλεγκτες χωματερές; Ή τις τερατώδεις, κολοσιαίες, νόμιμες χωματερές, όπως της Φυλής; Ένα πρόβλημα που έφτασε στα όριά του, και απέκτησε εκρηκτικές διαστάσεις, όπως σηματοδοτούν οι πρόσφατες, κραυγαλέες υποθέσεις της απόθεσης σκουπιδιών στον... Αλφειό, της παράνομης και εν κρυπτώ μεταφοράς απορριμάτων της Μυκόνου στη... Φυλή, της μεταφοράς βιομηχανικών αποβλήτων από τα Οινόφυτα στον... Βοτανικό αλλά και της διαφυγής επικίνδυνων αποβλήτων των Μεταλλείων Χαλκιδικής.
Το μοντέλο που επικρατούσε μέχρι τώρα, ήταν αυτό του θαψίματος: Σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου το 82% των απορριμμάτων θάβεται σε ΧΥΤΑ και ΧΑΔΑ, το 15% ανακυκλώνεται και από το υπόλοιπο 3% ανακτούνται τα οργανικά του υλικά. Ένα μοντέλο που έφτασε στα όρια του. Και όπως συμβαίνει συνήθως, το να οδηγείται το πρόβλημα στα όριά του, έχει και «θετικά». Θετικά, για τους κρατούντες φυσικά, καθώς ανοίγει το δρόμο για την ευκολότερη διεκπεραίωσή του με τρόπο που να συμφέρει έναν «γενναίο καινούργιο κόσμο», όπου όλα τα προηγούμενα θα αποτελούν παρελθόν. Έναν «καινούργιο κόσμο» που χτίζεται υπό της οδηγίες του Φούχτελ και της Task Force.
Στο νέο τοπίο πρωταγωνιστούν οι Συμβάσεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), ώστε να κατασκευαστούν Μονάδες Επεξεργασίας Σύμμεικτων Απορριμάτων (ΜΕΑ) με σκοπό την ενεργειακή αξιοποίηση. Δηλαδή τα σκουπίδια, αφού μετατραπούν σε RDF, θα καίγονται σε κάποιες «υπερ-μονάδες», οι οποίες θα δέχονται απορρίμματα από πολλές (και μακρινές) περιοχές.
Το συγκεκριμένο μοντέλο, εκτός από ρυπογόνο, είναι κοινός τόπος πως είναι εξαιρετικά δαπανηρό, συγκεντρωτικό και ακυρώνει τη λογική της ιεράρχησης και της προδιαλογής των υλικών στην πηγή. Ενώ, σύμφωνα με τις αναμενόμενες ποσότητες παραγόμενου RDF (2.073.364 τόνοι) το ρεύμα που θα παραχθεί θα αντιστοιχεί μόλις στο 1,5%-2% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής.
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο στη νέα κατάσταση αποτελούν οι ίδιες οι συμβάσεις ΣΔΙΤ, μέσω του καθεστώτος ανταγωνιστικού διαλόγου - δηλαδή οι εταιρίες υποβάλλουν τις προτάσεις τους προτού καταληχθεί το τεχνικό σχέδιο. Σε αυτές, διάρκειας καταρχήν 27 χρόνων, ο Ιδιωτικός Φορέας Σύμπραξης (ΙΦΣ) αναλαμβάνει τη μελέτη, κατασκευή, λειτουργία, συντήρηση και εκμετάλλευση των μονάδων.
Το αντικείμενο των ΣΔΙΤ δεν περιορίζεται στις μονάδες επεξεργασίας. Ο επενδυτής ΙΦΣ αναλαμβάνει, κατά περίπτωση, όλες τις υποδομές και δραστηριότητες. Παίρνει στα χέρια του ολόκληρο το σύστημα διαχείρισης. Το Δημόσιο δεσμεύεται για την παροχή ετήσιας ελάχιστης εγγυημένης ποσότητας για κάθε συμβατικό έτος, αλλιώς θα... αποζημιώνει τον ιδιώτη, κάτι που προβλέπεται ότι μπορεί να γίνει για οτιδήποτε καθυστερήσει το έργο του. Θα μπορεί να τροποποιεί το συμβόλαιο παροχής υπηρεσιών κατά τη διάρκειά του ενώ δεν δεσμεύεται, σε περίπτωση αστοχίας στα αποτελέσματα για τα οποία κάνει λόγο στην προσφορά του. Επιπρόσθετα, τον έλεγχο και την επίβλεψη των εργασιών την αναλαμβάνει «ελεγκτής» που διαλέγει ο ίδιος ο ιδιώτης! Τέλος, οι διαφορές δεν επιλύονται στα δικαστήρια, αλλά από την διαιτησία, μέσα από λίστα διαιτητών που θα συμφωνηθεί κατά την υπογραφή της σύμβασης. Οι διατάξεις που ευνοούν τον ιδιώτη, και καθιστούν το κράτος και την κοινωνία πορτοφόλι για άντληση κέρδους, πραγματικά δεν έχουν τέλος.
Καινοφανές είναι επίσης το καθεστώς απόλυτης αδιαφάνειας κατά τη διαβούλευση, η οποία είναι πρακτικά ανύπαρκτη, μιας και σχεδόν τα πάντα είναι ουσιαστικά απόρρητα. Σε εθνικό επίπεδο, στο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων και στο Εθνικό Σχέδιο Πρόληψης Δημιουργίας Αποβλήτων, γίνεται σταδιακή παρουσίαση των μελετών και μπαίνουν ασφυκτικές ημερομηνίες για το διάλογο. Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα στο τοπικό επίπεδο. Στην Αττική βρίσκονται 4 διαγωνισμοί σε εξέλιξη, ενώ διαγωνισμοί πραγματοποιούνται και στην Ήπειρο, Αν. Μακεδονία-Θράκη, Αιτωλοακαρνανία, Αχαΐα, Ηλεία και Κέρκυρα. Προσωρινοί ανάδοχοι έχουν ανακηρυχθεί στον Νομό Σερρών, στην Περιφέρεια Δυτ. Μακεδονίας και στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, η οποία αποτελεί και το «case study» του νέου καθεστώτος.
πηγή: δρόμος της αριστεράς