Η αύξηση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας φέρνει ενεργειακή φτώχεια.
Δεκέμβριος 2021
Η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί υπηρεσία κοινής ωφέλειας και δεν θα έπρεπε να νοείται νοικοκυριό που να μην έχει πρόσβαση στο ζωτικής σημασίας αυτό αγαθό. Όμως η έλλειψη πολιτικής βούλησης, στοχευμένης ενημέρωσης των πολιτών και ουσιαστικής διαβούλευσης σε ενεργειακά ζητήματα, μας φέρνει αντιμέτωπους με καταστάσεις τριτοκοσμικές.
Εν μέσω τεράστιας οικονομικοπολιτικής κρίσης, η οποία έχει πλήξει ιδιαίτερα τους μικρούς και μικρομεσαίους της χώρας, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας υπερδιπλασιάζεται, συμπαρασύροντας όλα τα είδη πρώτης ανάγκης σε μπαράζ αυξήσεων και αποκλείοντας μεγάλο τμήμα της κοινωνίας από την πρόσβαση σε αγαθά ζωτικής σημασίας.
Το ζήτημα της ενέργειας είναι ένα πολυσύνθετο ζήτημα, αλλά οι πολιτικές προτεραιότητες των κυβερνήσεων, αντί να το επιλύουν, το επιδεινώνουν. Η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, η εσπευσμένη κατάργηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από το εγχώριο προϊόν που είναι ο λιγνίτης, με αντικατάσταση των μονάδων από μονάδες φυσικού αερίου που είναι εισαγόμενος πόρος, και η εγκατάσταση πληθώρας αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων, φαίνεται να μην έχουν τα αναμενόμενα ενεργειακά αποτελέσματα, ενώ συνετέλεσαν στην αύξηση της τιμής της ενέργειας, καταστρέφοντας μεγάλο μέρος της φύσης.
Στον δίκαιο προβληματισμό για την τοποθέτηση ανεμογεννητριών στα βουνά και φωτοβολταϊκών στην αγροτική γη δεν πρέπει να ξεχνάμε την ανάγκη για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Κι αυτό γιατί υπάρχει μεγάλο περιθώριο μείωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η μείωση αυτή θα σταθεί εμπόδιο στην ανάπτυξη της χώρας.
Το ενεργειακό μας αποτύπωμα είναι μεγάλο σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας και το «βιοτικό μας επίπεδο». Είμαστε πολύ μακριά από αυτό που λέμε «βιώσιμη ανάπτυξη».
Χρειάζεται παιδεία, υπομονή, επιμονή και φυσικά πολιτική βούληση για να επιτευχθεί συνολικά μια νοοτροπία εξοικονόμησης, τόσο σε επίπεδο ενεργειακού σχεδιασμού όσο και σε ατομικό επίπεδο. Η τεχνολογία είναι σύμμαχός μας με τα υλικά και τους αυτοματισμούς (πχ. μονώσεις και υλικά με θερμοδιακοπή, αυτοματισμοί για έλεγχο λειτουργίας συσκευών, διακοπή standby κλπ) να έχουν δοκιμαστεί, ενώ πλέον υπάρχουν μετρήσιμα μεγέθη εξοικονόμησης ενέργειας που αγγίζει το 20-30%. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί αν χρηματοδοτούνταν ή αν δινόταν κίνητρα για τη χρήση τους γενικότερα και όχι μόνο μέσω των προγραμμάτων «εξοικονομώ».
Ας πάψουμε να στοχεύουμε στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων κι ας μπούμε στη διαδικασία πρόληψης των πραγματικών αίτιων. Να σταματήσουμε να αποδομούμε την αλήθεια που υποδεικνύει το δύσκολο δρόμο της επίλυσης, που είναι ο σχεδιασμός με προτεραιότητα την εξοικονόμηση της ενέργειας και των φυσικών πόρων, προάγοντας υποτιθέμενες λύσεις που αποσκοπούν στον πλουτισμό ιδιωτών, την καταστροφή του περιβάλλοντος, στην περεταίρω φτωχοποίηση του λαού και τον αποκλεισμό των ευάλωτων από τα αγαθά επιβίωσης.