Σφίξανε τα χέρια και o Ματέο Ρέντσι χάρισε το σύμβολο της προσαρμογής στον Αλέξη Τσίπρα, και μάλλον δεν θα ήθελε κανείς να του θυμίσει ότι αυτό τον τύπο τον είχε πετάξει στη θάλασσα η ιταλική αστυνομία 14 χρόνια πριν, μαζί με κάμποσα από τα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης, χαρακτηρίζοντάς τους επικινδύνους για την εσωτερική ασφάλεια της Ιταλίας.
Μιλάμε για το 2001, τις μέρες της Γένοβας, της μεγαλύτερης συνάντησης στην ιστορία των κινημάτων, όταν διαδηλωτές από όλη την Ευρώπη μαζεύτηκαν στη Γένοβα για να αντιτάξουν τη βούληση των λαών στη βούληση των 8 ηγετών που, οχυρωμένοι, έντρομοι, πίσω από φράγματα και τείχη, θα αποφάσιζαν για τις τύχες του κόσμου μας.
Η Γένοβα γέμισε από διαδηλωτές, σε κάθε ελεύθερο χώρο στήθηκαν σκηνές και εξέδρες, η πόλη έζησε 3 τρεις μέρες σε ξέφρενους κινηματικούς ρυθμούς. Η μεγαλειώδης πορεία που πλημμύρισε το ιστορικό κέντρο χτυπήθηκε επανειλημμένα από τις πολυάριθμες αστυνομικές δυνάμεις και άφησε πίσω της εκατοντάδες συλληφθέντες, τραυματίες, αλλά και έναν νεκρό, τον Κάρλο Τζουλιάνι, αδικαίωτο μέχρι σήμερα σύμβολο εκείνης της εποποιίας.
Το ελληνικό κίνημα είχε τη μαζικότερη ποτέ παρουσία στην πορεία, με χιλιάδες να ανταποκρίνονται στο κάλεσμα από οργανώσεις, νεολαίες, συνδικάτα και κόμματα. Τα πλοία της γραμμής μετέφεραν μέσα σε τρεις μόνο μέρες 82 πούλμαν με διαδηλωτές (πάνω από 4.000 ανθρώπους), ενώ εκατοντάδες κινήθηκαν με ιδιωτικά μέσα και αεροπλάνα.
Η τεράστια ελληνική συμμετοχή προκάλεσε πανικό στα επιτελεία και η Ιταλία ανέστειλε μυστικά τη Συνθήκη του Σένγκεν (όπως αργότερα παραδέχτηκε), ενώ η DIGOS έστειλε στην Ελλάδα ειδική ομάδα για να ερευνήσει το πεδίο και να ενημερώσει για τον κίνδυνο. Και ο δαιμόνιος Ιταλός πράκτορας-«σύνδεσμος» (ufficiale di collegamento) ανακάλυψε ότι υπήρχε ένα φοβερό «Commitato Exarchia», που μεθόδευε το κακό και που έπρεπε με κάθε τρόπο να εμποδιστεί να μπει στην Ιταλία.
Την 18η Ιουλίου 2001, κατέπλευσε στην Αγκόνα με σημαίες και συνθήματα το Blue Star ΙΙ, φορτωμένο με 18 πούλμαν της «Ελληνικής Επιτροπής για τη διεθνή διαδήλωση στη Γένοβα», και βρήκε να το περιμένουν στο λιμάνι παραταγμένες ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις. Η αστυνομία υπέβαλε σε έλεγχο διαβατηρίων τους επιβάτες των πούλμαν και στη συνεχεία τους υποχρέωσε να αναχωρήσουν με ισχυρή συνοδεία περιπολικών. Τρία όμως από τα πούλμαν δεν αφέθηκαν να ακολουθήσουν το κομβόι, αλλά αποκλείστηκαν στο λιμάνι και, όταν τα υπόλοιπα είχαν απομακρυνθεί, οι οδηγοί τους πήραν εντολή να επιστρέψουν στο πλοίο.
Οι αποκλειόμενοι αντέδρασαν και, διαμαρτυρόμενοι, κατέλαβαν τον καταπέλτη του πλοίου, απαιτώντας να συνεχίσουν το ταξίδι προς τη Γένοβα. Το λιμάνι μπλόκαρε επί ώρες, το κομβόι σταμάτησε και απαιτούσε να γυρίσει πίσω σε συμπαράσταση και η ιταλική αστυνομία επιτέθηκε τελικά στους διαμαρτυρόμενους και, χτυπώντας αδιάκριτα, τους υποχρέωσε να υποχωρήσουν, με πολλούς τραυματίες, στο εσωτερικό του πλοίου, που έκλεισε τον καταπέλτη και αναχώρησε εσπευσμένα για την Πάτρα.
Τι είχαν αυτά τα πούλμαν για να τύχουν τέτοια αντιμετώπιση; Ηταν αυτά που ο αξιωματικός σύνδεσμος είχε υποδείξει ως αυτά στα οποία επέβαιναν τα πιο φανατικά στοιχεία του φοβερού Commitato Eχarchia, που απειλούσε τη δημόσια τάξη της Ιταλίας και την ασφάλεια των ηγετών: εκπρόσωποι από τις ομάδες που συμμετείχαν στην αποστολή της Ελληνικής Επιτροπής, μέλη του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά δικαιώματα, της Νεολαίας του Συνασπισμού, οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και ανένταχτων και μέλη τού τότε Συνασπισμού: ο Θοδωρής Δρίτσας, που έφτασε στην Πάτρα με σπασμένο χέρι, ο Αλέξης Τσίπρας, τότε γ.γ. της Νεολαίας, ο Τάσος Κορωνάκης, ο Πάνος Λάμπρου, ο πανεπιστημιακός Νίκος Μπελαβίλας, η ακτιβίστρια Κωνσταντίνα Ναθαναηλίδου, η ώς πρόσφατα βουλευτής Μαρία Μπόλαρη, η Ελθίνα Αγγελοπούλου, πολιτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, αλλά και ο Κωστής Παπαϊωάννου, ο συγγραφέας Νίκος Κουνενής, η ηθοποιός Κάτια Γέρου, ο Θανάσης Τσιριγώτης, ο Νίκος Γιαννόπουλος, ο Μάκης Χαρίσης, η Χριστίνα Γιαννούλη και πολλοί ακόμη, γνωστοί από την παρουσία τους στις κινηματικές διεκδικήσεις τότε και σήμερα, συνολικά 132 άτομα.
Πλήθος κόσμου και ασθενοφόρα περίμεναν τους διαδηλωτές στην Πάτρα, ακολούθησαν καταιγισμός διαμαρτυριών και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και κινήθηκε στην Πάτρα προανάκριση για τους τραυματισμούς.
Η υπόθεση έφτασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με προσφυγή που υπόγραφαν η υποφαινόμενη και η σημερινή υπουργός Μετανάστευσης, Τάσια Χριστοδουλοπούλου, που είχαν γλιτώσει την απέλαση. Μια προσφυγή, που μετά από εκτενή και αποκαλυπτική αλληλογραφία με τις ιταλικές Αρχές, έκλεισε με κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρξε παραβίαση, κρίση που ευθυγραμμιζόταν απόλυτα με την ειλημμένη κεντρικά απόφαση να ανακοπούν οι μαζικές κινητοποιήσεις στην Ευρώπη.
Ηδη από τις 13 Ιουλίου, το Συμβούλιο των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες είχε αποφασίσει τη σύσταση μιας task force και συνεργασία των μυστικών υπηρεσιών για την καταγραφή και παρακολούθηση των ζωηρών διαδηλωτών και την αποτροπή της συμμετοχής τους στις διεθνείς κινητοποιήσεις.
Δεν μάθαμε ποτέ πόσο κράτησε η απαγόρευση εισόδου στην Ιταλία, φαντάζομαι όμως ότι τουλάχιστον ο πρόεδρος, αν πέρναγε σήμερα από έλεγχο διαβατηρίων δεν θα είχε πια κανένα πρόβλημα.