«Ιερές» διεκδικήσεις δεκάδων χιλιάδων στρεμμάτων έρχονται στο φως μέσα από τη διαδικασία κτηματογράφησης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μοναστηριού που δήλωσε στην Ηλεία περίπου 20.000 στρέμματα αγροτικών εκτάσεων, τα οποία επίσης διεκδικούν 998 πολίτες, πολλοί από τους οποίους με συμβόλαια αρκετών δεκαετιών. Ανάλογες περιπτώσεις έχουν τα τελευταία χρόνια έρθει στο φως στα Τρίκαλα, στη Λιβαδειά και αλλού, η καθεμία με τις δικές της ιδιαιτερότητες.
Η υπόθεση στην Ηλεία έγινε γνωστή μέσα από τη διαδικασία της προανάρτησης των στοιχείων. Οπως προέκυψε, η Μονή Αγίων Θεοδώρων Αροανίας Καλαβρύτων υπέβαλε τέσσερις δηλώσεις ιδιοκτησίας για εκτάσεις στις περιοχές Κουτσοχέρας, Ελαιώνα, Χειμαδιού και Περιστερίου (Δήμοι Πύργου και Αμαλιάδας), συνολικής έκτασης 19.998 στρεμμάτων. Σύμφωνα με το Ελληνικό Κτηματολόγιο, για τις ίδιες εκτάσεις υποβλήθηκαν 998 δηλώσεις: οι 780 με συμβόλαιο, οι 169 με χρησικτησία και 49 ως κληρονομιές των οποίων η αποδοχή δεν είχε ολοκληρωθεί. Από την έρευνα στα 780 συμβόλαια, στα 518 προκύπτει ότι στο παλαιότερο δυνατό συμβόλαιο αναφέρεται ως τρόπος απόκτησης της έκτασης η χρησικτησία, ενώ στα υπόλοιπα δεν αναφέρεται καμία αιτία.
Από την πλευρά της, η μονή προσκόμισε αντί τίτλου προεδρικό διάταγμα του 1933 (ΦΕΚ 146 Α) «Περί διαχωρισμού της ακινήτου περιουσίας της Ι. Μονής Αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων και Αιγιαλείας», όπου η συγκεκριμένη έκταση αναφέρεται ως περιουσία του συγκεκριμένου μοναστηριού, με την ονομασία Μετόχιον Ρετεντού (αγροί, άμπελοι, δάσος κ.λπ.), στη θέση Ρετεντού-Κουτσοχέρας Ηλείας. Το μοναστήρι επίσης επικαλέστηκε δύο δικαστικές αποφάσεις, του 1902 από το Πρωτοδικείο Ηλείας και του 1905 από το Εφετείο Πατρών, με την οποία το ζήτημα είχε τελεσιδικήσει υπέρ της μονής.
Καθώς κανένα από τα συμβόλαια που κατέθεσαν πολίτες δεν ήταν παλαιότερο του 1933 και η χρησικτησία σε βάρος εκκλησιαστικού φορέα δεν επιτρέπεται (καθώς είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου), οι 998 δηλώσεις ιδιοκτησίας των πολιτών απορρίφθηκαν, προκαλώντας τεράστια αναστάτωση στην περιοχή. «Είναι σαν εφιάλτης. Τέσσερα χωριά ξυπνάμε ένα πρωί και δεν έχουμε περιουσία», λέει ο πρόεδρος του τοπικού διαμερίσματος Περιστέρας, Περικλής Παναγιωτόπουλος. «Η γιαγιά μου, χήρα με τρία παιδιά, ξεχορτάριασε και έσκαψε αυτή τη γη με τα χέρια της, με το αίμα της πριν από έναν αιώνα. Εμείς την ξελογγώσαμε, εμείς την καλλιεργούμε τόσες γενιές. Και έρχεται ξαφνικά το μοναστήρι μετά από έναν αιώνα να μας πει τι; Να αγοράσουμε την περιουσία μας; Με τι να την αγοράσουμε, είμαστε ταλαίπωροι άνθρωποι».
«Η γιαγιά μου, χήρα με τρία παιδιά, ξεχορτάριασε αυτή τη γη με τα χέρια της πριν από έναν αιώνα. Εμείς την ξελογγώσαμε, εμείς την καλλιεργούμε τόσες γενιές».
Οπως επισημαίνει ο κ. Παναγιωτόπουλος, το μοναστήρι δεν είχε ενδιαφερθεί για την περιουσία του, ούτε την είχε διεκδικήσει από τους φερόμενους ιδιοκτήτες της τουλάχιστον μέχρι πριν από 3-4 χρόνια. «Οι άνθρωποι εδώ αγόραζαν, πουλούσαν, κληροδοτούσαν στα παιδιά τους τη γη για έναν αιώνα. Ο πατέρας μου είναι 85 χρόνων και δεν θυμάται ποτέ κανένας από το μοναστήρι να ήρθε και να είπε ότι τα χωράφια μας είναι δικά του. Και αν θέλετε τη γνώμη μου, ούτε πρόκειται ποτέ κανείς να τολμήσει να εμφανιστεί. Η Εκκλησία που κοιτά να βοηθάει τον άνθρωπο, ας κοιτάξει να κλείσει αυτό το ζήτημα όπως το άνοιξε. Ειδάλλως να δοθεί μια λύση από την Πολιτεία».
Η κτηματογράφηση έχει φέρει πολλές ανάλογες περιπτώσεις στο φως, η καθεμία από τις οποίες έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Ας δούμε δύο από τις πλέον πρόσφατες, οι οποίες έφθασαν μέχρι τη Βουλή.
Τρίκαλα: Το 2018 η Μονή Αγίου Βησσαρίωνος Δούσικου υπέβαλε δήλωση στο Κτηματολόγιο με την οποία ζητούσε να καταχωρισθεί ως αποκλειστικός κύριος «μοναστηριακού δάσους» με την ονομασία «Καλογερομάνδρι ή Μαρόσα». Η μονή κατέθεσε απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου του υπουργείου Γεωργίας του 1929 διεκδικώντας 49.800 στρέμματα στις περιοχές Νεραϊδοχωρίου, Παράμερου, Στουρναραίικων, Καλογήρων, Ελάτης, Βροντερού και Περτουλίου. Ενα μέρος των εκτάσεων αυτών διεκδικείται από το Δημόσιο, ενώ πολλές είναι και οι δηλώσεις ιδιωτών. Η υπόθεση έχει παραπεμφεί στις επιτροπές ενστάσεων.
Λιβαδειά: Το 2020 η Μονή Οσίου Σεραφείμ Δομβούς στη Λιβαδειά δήλωσε την κυριότητα μεγάλων εκτάσεων στην περιοχή Τσέσμα. Ως βάση για τη διεκδίκησή του το μοναστήρι κατέθεσε οθωμανικό Χοτζέτι-Τεμεσούκ του 1764, σε μετάφραση του 1980. Ομως η έκταση αυτή, σύμφωνα με τους πολίτες που επίσης τη διεκδικούν, είχε παραχωρηθεί στο Δημόσιο το 1952 και το 1957 δόθηκε από το υπουργείο Γεωργίας σε ακτήμονες καλλιεργητές. Η υπόθεση έχει παραπεμφεί στις επιτροπές ενστάσεων, που καλούνται να αποφανθούν αν ο τίτλος της μονής βρίσκεται σε ισχύ.
Χαρακτηριστική είναι η επισήμανση του προέδρου του Ελληνικού Κτηματολογίου, Δημήτρη Σταθάκη, στα έγγραφα που κατατέθηκαν στη Βουλή. «Τέτοιου είδους συγκρούσεις δικαιωμάτων μεταξύ των δικαιούχων αναδεικνύονται συχνότατα κατά τη διάρκεια της κτηματογράφησης, δεδομένου ότι για πρώτη φορά επί ενός ενιαίου χάρτη εντοπίζονται τα δικαιώματα, τα οποία μέχρι πρότινος ήταν καταγεγραμμένα στα υποθηκοφυλακεία ή στα αρχεία των Κτηματικών Υπηρεσιών του κράτους, χωρίς ποτέ να έχουν εφαρμοστεί με ενιαίο τρόπο στη γη. H κτηματογράφηση συχνά έχει επιλύσει τέτοιου είδους ζητήματα που αναδείχθηκαν και τα οποία απέρρεαν από το ελλιπές σύστημα μεταγραφών και υποθηκών, το οποίο θα αντικατασταθεί από το σύστημα του Κτηματολογίου μόλις αυτό ολοκληρωθεί στο σύνολο της χώρας».
Πηγή: https://www.kathimerini.gr/society/561748015/ieres-diekdikiseis-megalon-ektaseon/?fbclid=IwAR3SdYLZM-_omk96Q9d658gKM6QfXR0Jtv_t36Zq4phWYrDrByOi8aQNr8g