Εισήγηση στην Αντιπροσωπεία του ΤΕΕ/ΤΑΚ
Συζητήθηκε αλλά δεν ελήφθη απόφαση
ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΣ ΚΟΥΡΣΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΩΝ,
ΩΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΙΣΟΠΕΔΩΝΕΙ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥΣ
ΚΑΙ ΔΙΕΥΡΥΝΕΙ ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ ΤΙΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ
«Η ιστορία προχωράει με μικρά βήματα, αλλά η εποχή της ανάπτυξης άρχισε σε μια δεδομένη μέρα και σε μια δεδομένη ώρα. Στις 20 Ιανουαρίου 1949, στην εναρκτήρια ομιλία του στο Κογκρέσο, ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν τράβηξε την προσοχή του ακροατηρίου του στις συνθήκες των φτωχότερων χωρών, που για πρώτη φορά ορίστηκαν «υπανάπτυκτες». Γεννιέται έτσι μια έννοια, που από τότε έγινε αναγκαία, η οποία ομογενοποιεί τις άπειρες διαφορές του Νότου του κόσμου σε μια μόνη κατηγορία: την υπανάπτυξη. Το γεγονός ότι ο Τρούμαν επινόησε μια νέα λέξη δεν είναι τυχαίο, αλλά αποτελεί συγκεκριμένη έκφραση μιας παγκόσμιας θεώρησης. Γι’ αυτόν όλοι οι λαοί του κόσμου κινούνταν στην ίδια τροχιά, άλλοι ταχύτερα άλλοι πιο αργά, αλλά όλοι προς την ίδια κατεύθυνση. Επικεφαλής ήταν οι χώρες του Βορρά και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος –με το τρομερά χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημά του- έμενε πίσω και σε μεγάλη απόσταση.
Με αφετηρία αυτή την προϋπόθεση, ο Τρούμαν αντιλαμβανόταν τον κόσμο σαν έναν οικονομικό στίβο όπου όλες οι χώρες του κόσμου κάνουν αγώνα δρόμου για να βελτιώσουν τη θέση τους στην κατάταξη με βάση το εθνικό εισόδημα. Οι αξίες των Περουβιανών, των Κικούγιου ή των Φιλιππινέζων δεν μετρούσαν, αφού για του Τρούμαν οι λαοί ήταν όλοι εξίσου στρατευμένοι στο ιστορικό καθήκον να συμμετάσχουν στον αγώνα δρόμου της ανάπτυξης, για να καλύψουν την απόσταση που τους χώριζε από τους ανταγωνιστές τους.
Η μετατροπή όλων των λαών σε οικονομικούς ανταγωνιστές ήταν ένας εντυπωσιακός στόχος. Απαιτούσε όχι μόνο εισφορές κεφαλαίου και μεταφορά τεχνολογιών, αλλά και μια πολιτιστική επανάσταση. Πολλά από τα «παλιά» συστήματα ζωής αποκαλύφθηκε πράγματι ότι είναι «εμπόδια στην ανάπτυξη».
Οι άνθρωποι είχαν ιδεώδη και διανοητικές συνήθειες, εργασιακά και μαθησιακά υποδείγματα, δίκτυα αλληλεγγύης και κανόνες διακυβέρνησης, που έρχονταν σε σύγκρουση με τα χαρακτηριστικά μιας οικονομικής κοινωνίας. Στην προσπάθειά της να υπερβεί αυτά τα εμπόδια στην ανάπτυξη, η παραδοσιακή κοινωνική δομή έπρεπε να γίνει κομμάτια και τα κομμάτια έπρεπε έπειτα να επανασυνδεθούν με βάση τα μακροοικονομικά μοντέλα των οικονομικών εγχειριδίων.
Η «ανάπτυξη» έχει σίγουρα πολλά αποτελέσματα, αλλά ένα από τα πιο επικίνδυνα υπήρξε η καταστροφή των πολιτισμών που δεν εναρμονίζονταν με τη φρενίτιδα της συσσώρευσης. Ο Νότος υποχρεώθηκε έτσι να μετασχηματιστεί με βάση το μοντέλο που του υπέδειξε ο Βορράς: τη βαθμιαία καθυπόταξη όλο και περισσότερων πλευρών της κοινωνικής ζωής στην κυριαρχία της οικονομίας. Όταν μελετούσαν μια χώρα οι ειδικοί της ανάπτυξης γίνονταν θύματα μιας παράξενης μυωπίας. Δεν έβλεπαν μια κοινωνία που διαθέτει μια οικονομία, αλλά μια κοινωνία που είναι οικονομία. Συνεπώς, ενσωμάτωναν στο σύστημα θεσμούς κάθε είδους -στην εργασία, στην εκπαίδευση και στη νομοθεσία- υπό τον όρο ότι οι θεσμοί αυτοί θα έμπαιναν στην υπηρεσία της παραγωγικότητας, απαξιώνοντας σιγά σιγά τα αυτόχθονα συστήματα. Η μετατόπιση όμως προς μια κυρίαρχα οικονομική κοινωνία συνεπάγεται σημαντικό κόστος, επειδή υπονομεύει την αυτόνομη ικανότητα μιας κοινωνίας να εξασφαλίζει την ευημερία των ανθρώπων, χωρίς να τους εξαναγκάζει να μπουν στον οικονομικό ανταγωνισμό. Η αδιαμφισβήτητη ηγεμονία του δυτικού παραγωγισμού κατέστησε όλο και πιο ανέφικτο να υιοθετηθούν δρόμοι διαφορετικοί από το κύκλωμα του παγκόσμιου ανταγωνισμού και αυτό περιόρισε το περιθώριο ελιγμών των χωρών, ιδίως σε καιρούς αβεβαιότητας.
Έπειτα από μερικές δεκαετίες ανάπτυξης η κατάσταση είναι δραματική. Η απόσταση μεταξύ εκείνων που τρέχουν στην πρώτη θέση και των άλλων δεν μίκρυνε. Διευρύνθηκε ως το σημείο να καθιστά αδιανόητο το κλείσιμο της ψαλίδας....»
Αυτά γράφει ο γερμανός κοινωνιολόγος Βόλφγκανγκ Ζακς στην εισαγωγή του βιβλίου του “Global Ecology A New Arena of Political Conflict” και δημοσιεύσαμε στην εφημερίδα μας στις αρχές του 2008 (φύλλο Νο 26). Από το κείμενο αυτό αναδεικνύονται πολλά χαρακτηριστικά της «ανάπτυξης». Από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά της είναι ότι ισοπεδώνει την ευημερία και τον πολιτισμότων κοινωνιών στις οποίες εισβάλλει.
Ο νέος πολιτισμός που επιβάλλει, πανομοιότυπος για όλους, είναι η βαρβαρότητα των ΜακΝτόναλντς και των εμπορικών κέντρων, των χωματερών και των φυτοφαρμάκων, του κοινωνικού αποκλεισμού και της αποξένωσης, της κατάργησης της κοινωνικής πολιτικής και της υποχρέωσης των ατόμων να καλύπτουν όλες τις ανάγκες τους πληρώνοντας για την υγεία, την παιδεία, την κοινωνική ασφάλιση και να νιώθουν ένοχοι κι ανίκανοι όταν δεν το καταφέρνουν. Ο «πολιτισμός» που προάγει τις ανισότητες και την προσωπική ματαιοδοξία. Ο «πολιτισμός» για λίγους κι επιτυχημένους...
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Παράλληλα τότε, στο ίδιο φύλλο Νο 26, δημοσιεύσαμε με πηγή από την Καθημερινή[1], τα εξής στοιχεία: «Αρκετοί οικονομολόγοι προβλέπουν ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 3% τον χρόνο μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα. Οι κυβερνήσεις θα εξαντλήσουν κάθε περιθώριο για να αποδείξουν ότι προέβλεψαν σωστά. Μια σταθερή ανάπτυξη της τάξεως του 3% συνεπάγεται διπλασιασμό της οικονομικής δραστηριότητας ανά 23 έτη. Μέχρι το 2100, λοιπόν, η παγκόσμια κατανάλωση θα έχει αυξηθεί κατά 1.600%. Βάσει των εξισώσεων του καθηγητή Ρόντερικ Σμιθ, του Imperial College, αυτό συνεπάγεται ότι κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα θα έχουμε χρησιμοποιήσει τις οικονομικές πηγές του πλανήτη 16 φορές περισσότερο απ' όσες καταναλώσαμε από τη στιγμή που ο άνθρωπος κατέβηκε από τα δέντρα.
Συμπερασματικά, η οικονομική ανάπτυξη κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα μπορεί να αποδειχτεί 32 φορές μεγαλύτερο περιβαλλοντικό πρόβλημα απ' ό,τι η αύξηση του πληθυσμού. Εφόσον, μάλιστα, οι τράπεζες και οι μεγάλες επιχειρήσεις υλοποιήσουν ακάθεκτες τα σχέδια τους, τα προβλήματα της ανεξέλεγκτης οικονομικής ανάπυξης διαρκώς θα πολλαπλασιάζονται. Μέχρι το 2115 η παγκόσμια κατανάλωση θα έχει αυξηθεί κατά 3.200% και το 2138 θα έχει φτάσει το 6.400%. Δεδομένου, βέβαια, ότι οι οικονομικές πηγές δεν είναι ανεξάντλητες κάτι τέτοιο είναι αδύνατο».
Δεν είναι το μοναδικό άρθρο. Από σωρεία άρθρων έχει αναδειχθεί ότι αυτή την ανάπτυξη, που χαρακτηρίζεται από καταναλωτισμό και σπατάλη φυσικών πόρων δεν την αντέχει ο πλανήτης.
Μόνο έτσι μπορεί να προσεγγιστεί το περιβάλλον.
Δεν είναι ευθύνη της κοινωνίας, ότι μέσα σε μια διαδικασία επανασημασιοδότησης των εννοιών και της νομοθεσίας, η πολιτική της «ανάπτυξης» συμπεριέλαβε στην έννοια του περιβάλλοντος –ακριβώς για να το κρύψει και το έκρυψε πολύ καλά- όλο το κοινωνικό και οικονομικό περιεχόμενο, όπως το γνωρίζαμε παλιότερα. Εκεί κάπου –στα κρυμμένα- θα βρούμε τις χαμένες οικονομοτεχνικές μελέτες, τις μελέτες σκοπιμότητας και αλλά και το σχεδιασμό, τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, εν τέλει το δημόσιο συμφέρον και τη δημοκρατία.
Ούτε είναι ευθύνη της κοινωνίας ότι όλα αυτά σβύνονται από το χάρτη σήμερα, ως βαρίδια, γραφειοκρατία, εμπόδια για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις.
Ούτε ότι ο μοναδικός τρόπος να προσφύγει κανείς δικαστικά σε κατεξοχήν πολιτικές και επιχειρηματικές αποφάσεις που έχουν υποκαταστήσει τις μελέτες και την επιστήμη, είναι να προσβάλει μια ΜΠΕ. Όχι βέβαια μόνο για τη χελώνα και την αρκούδα αλλά και για όλα τ’ άλλα που αποσιωπούνται, για τους τόπους και τις κοινωνίες που πλήττονται.
Το πρόβλημα δεν είναι οι επιχειρηματίες. Το πρόβλημα είναι η νεοφιλελεύθερη πολιτική, αυτοί που την επιβάλλουν και όσοι την αποδέχονται.
Και μια και λέγονται τελευταία πολλά για την Κίνα, που κάποιοι περιμένουν να μας σώσει από την κρίση με επενδύσεις, ας θυμηθούμε και τον Κομφούκιο που έλεγε: "Σε μια χώρα που κυβερνάται καλά, η φτώχεια είναι ντροπή. Σε μια χώρα που κυβερνάται άσχημα, ντροπή είναι ο πλούτος."
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΣ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ
Στο τελευταίο Ταυ δημοσιεύσαμε απόσπασμα από άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Έθνος με θέμα «Κυβερνούν τον κόσμο 147 εταιρείες!»[2].
Αναφέρεται: «Ποιος κυβερνά τον κόσμο; Το κλασικό και σχεδόν γραφικό αυτό ερώτημα, που σε κάθε εποχή δέχεται διαφορετικές απαντήσεις, έχει την απάντησή του και στις μέρες μας: μόλις 147 επιχειρήσεις, τα τρία τέταρτα των οποίων ανήκουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα, με πρώτη στον κόσμο τη βρετανική τράπεζα Μπάρκλεϊς! Μπορείτε να απαντήσετε και 737 επιχειρήσεις, καθώς οι 147 πρώτες ελέγχουν το 40% της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ οι 737 (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι 147) ελέγχουν το 80% της οικονομίας του πλανήτη!
Η αλληλοδιασύνδεση αυτών των πανίσχυρων επιχειρήσεων ενισχύεται ακόμη περισσότερο από δάνεια που χορηγούν η μία στην άλλη, από ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) και από άλλα υψηλού κινδύνου χρηματοοικονομικά προϊόντα εντελώς αδιαφανή. Οι πάντες υπέθεταν ισχυρότατη συγκέντρωση ελέγχου, αλλά τέτοιο πράγμα, μερικές εκατοντάδες επιχειρήσεις αλληλοδιαπλεκόμενες να έχουν συμμετοχή σε εταιρείες που εκπροσωπούν το 80% της παγκόσμιας οικονομίας από πλευράς κύκλου εργασιών, κανένας δεν το φανταζόταν.
Γι' αυτό και έχει προκαλέσει παγκόσμιο σάλο, αίσθηση και συζητήσεις, η πρωτοποριακή μελέτη τριών Ελβετών ερευνητών του Πολυτεχνείου της Ζυρίχης, που αποκάλυψε τα στοιχεία αυτά.
Ισχύς χωρίς οικονομικά ανταλλάγματα δεν σημαίνει τίποτα στην εποχή μας. Γι' αυτό και οι κολοσσιαίες επιχειρήσεις που προαναφέραμε δεν πληρώνουν ουσιαστικά φόρους. Όπως γράφουν οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης», η Τζένεραλ Ελέκτρικ για παράδειγμα, με κέρδη μέσα στις ΗΠΑ το 2010 ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, όχι μόνο δεν πλήρωσε ούτε ένα δολάριο φόρο, αλλά πήρε κι από πάνω προνομιακές επιδοτήσεις τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων! Σκανδαλώδες, αλλά συνηθισμένο πλέον. Αρκεί να φανταστεί κανείς ότι στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1950, το κράτος εισέπραττε από τις επιχειρήσεις το 30% των εσόδων του, ενώ το 2009 εισέπραξε μόλις το... 6,6%! Τώρα τα κράτη «γδέρνουν» φορολογικά τους πολίτες τους. Οι εταιρείες κάνουν πάρτι».
Σχολιάσαμε για πολλοστή φορά ότι:
Η πάγια άσκηση πολιτικής προσέλκυσης «μεγάλων επενδύσεων», απ’ όλες τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, ως υποτιθέμενο μοναδικό μέσο για την ανάπτυξη της χώρας, εντάσσεται -εκτός άλλων- στη λογική που ταυτίζει δύο διαφορετικές έννοιες, την ανάπτυξη με τη μεγέθυνση. Η πολιτική αυτή, δεν μπαίνει καν στη διαδικασία της απόδειξης της ορθότητας της -και ειδικά στις συνθήκες της χώρας μας-, αλλά τίθεται ως μονόδρομος.
Η ίδια πολιτική οδηγεί «αυτονόητα» στη συγκέντρωση όλων των παραγωγικών δραστηριοτήτων και της παροχής υπηρεσιών, σε όλο και μεγαλύτερα σχήματα, που μονοπωλούν τον έλεγχο της αγοράς. Ειδικά σε περίοδο οικονομικής κρίσης, προετοιμάζονται οι όροι για «την επόμενη ημέρα», έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ο έλεγχος νευραλγικών τομέων της οικονομίας, με οδηγό το δόγμα της «απελευθέρωσης των αγορών» και το ξεπούλημα όσο όσο, της δημόσιας περιουσίας.
Σήμερα, μέσω μνημονίων, οι εκβιασμοί οξύνονται στο έπακρο και όποιος τους αμφισβητεί βαφτίζεται όχι πια μόνο «εχθρός της ανάπτυξης», αλλά και θιασώτης της καταστροφής της χώρας!
Θεωρούμε ότι μια τέτοια ανάπτυξη υπόσχεται μόνο μετανάστευση, εργασιακό μεσαίωνα και –στην καλύτερη περίπτωση- (ψιλο)υπεργολαβίες.
Θεωρούμε ότι είναι επικίνδυνοι όσοι επιδιώκουν μια τέτοια ανάπτυξη.
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΟΥ ΕΝ ΤΕΛΕΙ ΔΕΝ ΕΡΧΕΤΑΙ
Το 2005, προ κρίσης, ο Κώστας Βεργόπουλος στο έργο του «Η αρπαγή του πλούτου», έγραφε προφητικά: «Στη χώρα μας επικρατεί ένα σύστημα "άγριου πλουτισμού", που δεν βασίζεται στην αύξηση της παραγωγής, αλλά στην αρπαγή των πόρων και των εισοδημάτων, στην απομύζηση του δυναμικού ολόκληρης της κοινωνίας, μέσω προνομιακών συμβάσεων με το Δημόσιο, μέσω του δανεισμού και της καταχρέωσης των οφειλετών. Με πρόσχημα τη σύγκλιση με την Ευρώπη και τη προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση, εξαπολύεται ατέλειωτη επίθεση κατά του εισοδήματος, κατά του τρόπου ζωής και του πολιτισμού των εργαζομένων. Εκτρέφονται συγκροτήματα μεγάλου πλούτου, με τη συνενοχή της κρατικής εξουσίας, με παράλληλη επέκταση της φτώχειας και των αποκλεισμών. Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη, όμως η τάξη του χρήματος αντιγράφει λατινο-αμερικανικά πρότυπα και καθηλώνει την κοινωνία σε ασιατικά. Μια "νέα δουλοπαροικία" αναδύεται στη χώρα μας: η εργασία δεν βελτιώνει τις συνθήκες ζωής του εργαζομένου, αλλά εκείνες των πιστωτών του. Αλαζονεία του πλούτου, ενοχοποίηση των θυμάτων. Μοναδική ελπίδα: εκείνη που πηγάζει από την απελπισία. Το σημερινό σύστημα δεν εξασφαλίζει την αναπαραγωγή του, δεν έχει προοπτική και φέρει ημερομηνία λήξεως».
Ακόμα παλιότερα, το 1952, ένας συντηρητικός οικονομολόγος και καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Κυριάκος Βαρβαρέσος, προκαλούσε την οργή των προοδευτικών επιστημόνων και πολιτικών, επειδή έλεγε ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι καθυστερημένες χώρες εμφανίζεται συνήθως ως πρόβλημα έλλειψης κεφαλαίων και τεχνικών γνώσεων και γιαυτό δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευθούν ορθολογικά τους διαθέσιμους πόρους. Υποστηρίζεται –έλεγε- ότι με επαρκή ξένα κεφάλαια και με ξένους τεχνικούς, οι διαθέσιμοι πόροι μπορούν γρήγορα να αποδώσουν και να τις μετατρέψουν σε οικονομικά ευημερούσες χώρες.
Ο ίδιος υποστήριζε ότι οι καθυστερημένες χώρες δεν υστερούν μόνον από άποψη κεφαλαίων και τεχνικών γνώσεων αλλά και από την άποψη της όλης πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσής τους και ότι σε πολλές περιπτώσεις η έλλειψη κεφαλαίων και τεχνικών γνώσεων είναι απλώς συνέπεια των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που επικρατούν σ΄αυτές τις χώρες.
Απέδιδε το πρόβλημα στην έλλειψη ικανής και χρηστής διοίκησης, το απαραίτητο όργανο για την εκτέλεση ενός προγράμματος οικονομικής ανάπτυξης. Αυτής της διοίκησης που ονομάστηκε μεταπολιτευτικά «το μεγαλύτερο από τα μεγάλα έργα», έργο που, αφού δεν θέλησαν όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις να εκτελέσουν, σήμερα διαλύουν για να γίνει πάρτυ λεηλασίας και όχι ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
Απέδιδε επίσης το πρόβλημα στο ότι, όταν μία χώρα κυβερνάται από πρόσωπα για τα οποία η εξουσία είναι απλώς μέσο πραγματοποίησης προσωπικών επιδιώξεων δεν είναι δυνατόν να περιμένει κανείς σοβαρή, υπεύθυνη και εθνικά επωφελή αντιμετώπισιν των οικονομικών προβλημάτων. Κι ακόμα στην οικονομική αστάθεια και έλλειψη εμπιστοσύνης προς το νόμισμα, που οδηγεί σε εξαγωγή κεφαλαίων, σε κερδοσκοπία και σε πραγματοποίηση μη παραγωγικών επενδύσεων, αλλά και στην ανισότητα της κατανομής του εθνικού εισοδήματος. Σε όλα αυτά δηλαδή που συνέχισαν για δεκαετίες να υπάρχουν και οξύνονται με τον πιο ακραίο τρόπο σήμερα.
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ Ή ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΔΟΓΕΝΗΣ Ή ΔΕ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Όλα αυτά τα γράφαμε και τα λέγαμε πολλά χρόνια τώρα.
Είπαμε ότι αυτό που γίνεται είναι μια «Αντιαναπτυξιακή διαχείριση της Ανάπτυξης» (εφημερίδα Νο 14, 2005), ότι το μοντέλο ανάπτυξης δεν περπατάει, ότι η υποταγή στους όρους της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας οδηγεί σε αδιέξοδο, (εφημερίδα Νο 14, 2005).
Στηρίξαμε σε κάθε ευκαιρία την περιφερειακή ενδογενή ανάπτυξη.
Λέγαμε, «Η πεποίθησή μας ότι τα επαγγελματικά θέματα δεν είναι ξεκομμένα από τη λειτουργία του συστήματος και το μοντέλο ανάπτυξης που προωθεί, μας οδηγεί να υπερασπιζόμαστε με πάθος την περιφερειακή ανάπτυξη και την ανάπτυξη του ντόπιου δυναμικού, τη βιωσιμότητα με καθοριστικές παραμέτρους τον άνθρωπο και το περιβάλλον, έναντι της υποβάθμισής της σε οικονομική βιωσιμότητα και μεγέθυνση.
Η προσήλωση στη μεγέθυνση με τους όρους που γίνεται, με την παράδοση άνευ όρων σε μεγάλους επενδυτές, την ενίσχυση ντόπιων και ξένων επενδυτών, χωρίς δεσμεύσεις, για τη δημιουργία επιχειρήσεων που την άλλη μέρα εκποιούνται σε τρίτους, η θεώρηση ότι κάθε αξία και ηθική ανήκουν σε παρωχημένα μοντέλα κοινωνικής οργάνωσης, η αδιαφορία για την τοπική ταυτότητα και κλίμακα η έλλειψη υποστήριξης των τοπικών δυνάμεων ώστε αυτές να μπορέσουν να οργανωθούν, στερεί πόρους και ύλη από τις τοπικές παραγωγικές δυνάμεις και διαλύει την τοπική ανάπτυξη...».(εφημερίδα Νο 20, 2006).
Το ίδιο λέμε και σήμερα.
Σήμερα, που το μόνο που γίνεται είναι η υποκατάσταση της μονοπωλιακής διάρθρωσης της αγοράς με νέα μονοπώλια, η μονοπώληση και των τομέων εκείνων που μέχρι σήμερα δεν αποτελούσαν μονοπώλι. Τελικός στόχος η αποκατάσταση του ΑΕΠ, του δείκτη που συγκαλύπτει τις ανισότητες!
Σήμερα, το μόνο μέλημα και η ευθύνη του επιστημονικού κόσμου θα έπρεπε να είναι να μελετήσει, όχι διαχειριστικά μέτρα, αλλά την ανασυγκρότηση της χώρας και μια νέα διαδρομή, στον αντίποδα των όρων που μας έφεραν ως εδώ!
Με βάση αυτό που πραγματικά ενώνει οικονομία, κοινωνία και περιβάλλον και όχι τους επιχειρηματικούς ομίλους με το πρότυπο της κατανάλωσης.
Με βάση τα πλεονεκτήματά μας και την κλίμακα της χώρας και του τοπίου μας, και όχι με βάση τις οικονομίες κλίμακας που εντείνουν τις εξαρτήσεις και μας κάνουν κράτος - πελάτη, ακόμα και στα προϊόντα που παρήγαγαν μέχρι χθες οικογενειακοί λαχανόκηποι και κοτέτσια!
Με βάση τις δυνατότητες των επιστημόνων μας, αν τους απαλλάξουμε από τη λογική της ανταγωνιστικότητας και το κυνήγι των προγραμμάτων και τους ζητήσουμε να προχωρήσουν στην έρευνα, με στόχο τα αποτελέσματά της να τεθούν στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος, που θα καθορίσει και τα πλαίσια κίνησης της επιχειρηματικότητας.
Με βάση την παιδεία και όχι τις δεξιότητες, με βάση τη δημιουργική φαντασία που θ’ απελευθερώσει τις δυνάμεις των ανθρώπων και όχι το κυνήγι των βιογραφικών.
Τέτοια παραδείγματα δεν είναι στη φαντασία μας, υπάρχουν ήδη γύρω μας.
Σκεφτείτε πως θα ήταν αν υποστηριζόταν θεσμικά από την πολιτεία, αν δυνάμωναν μέσα από δικτύωση, αν εντασσόταν μέσα σ’ ένα συνολικό όραμα για τον τόπο. Αν επιτέλους ξεκολούσαμε από τη λογική των μονόδρομων κι αρχίζαμε αποφασιστικά να σχεδιάζουμε το μέλλον μας.
Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο, πρέπει όσοι πιστεύουν στη λογική των μονοδρόμων να πάνε σπίτι τους!