Τον Αύγουστο η ζωή στον Μαγγανίτη, το όμορφο ψαροχώρι στη νότια ακτογραμμή της Ικαρίας, κυλάει ήρεμα στους γνωστούς καλοκαιρινούς ρυθμούς. Τόσο οι επισκέπτες όσο και οι εργαζόμενοι στις ταβέρνες του χωριού απολαμβάνουν ανυποψίαστοι την άπλετη θέα στο Ικάριο πέλαγος. Αυτό που δεν γνωρίζει κανείς τους όμως είναι ότι στην πραγματικότητα ατενίζουν ένα «οικόπεδο» εγκατάστασης υπεράκτιων αιολικών με την κωδική ονομασία «Ικαρία 2». Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, σε απόσταση μόλις ένα ναυτικό μίλι, δηλαδή 1.852 μ., από το λιμανάκι του χωριού, αναμένεται να υψωθούν δεκάδες πλωτές ανεμογεννήτριες ύψους σχεδόν 300 μέτρων, ένα ύψος αντίστοιχο με αυτό του πύργου του Αϊφελ. Δηλαδή την ομορφιά, τη γαλήνη και την απεραντοσύνη του Ικάριου πελάγους αναμένεται να διαδεχτεί ένα τείχος από μεταλλικούς γίγαντες, με τους πρώτους να απέχουν μόλις ένα ναυτικό μίλι από τα παράλια του νησιού. Ομως και η νοτιοδυτική απόληξη της Ικαρίας περικυκλώνεται από ένα αντίστοιχο «οικόπεδο», μετατρέποντας το μυθικό αυτό πέλαγος, όπου τιμωρήθηκε από τους θεούς η ύβρις του Ίκαρου, σε βιομηχανική δυστοπία, ενώ και ο Αθέρας, η ορεινή ραχοκοκαλιά της Ικαρίας, απειλείται να ισοπεδωθεί από 110 ανεμογεννήτριες.
Τα «οικόπεδα» της Ικαρίας είναι δύο μόνο από τις δεκάδες υποψήφιες περιοχές για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών, καθώς η λίστα περιλαμβάνει πληθώρα εμβληματικών τόπων, όπως η μαρτυρική και αυστηρά προστατευόμενη Γυάρος, η μυστηριακή Σαμοθράκη, η ανατολική Κρήτη, η Δονούσα, και τόσα άλλα τοπία που ορίζουν την ίδια την ταυτότητα του Αιγαίου πελάγους. Τι καθιστά όμως αυτό το νησιωτικό περιβάλλον μοναδικό στον κόσμο και πόλο έλξης για εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο, μια τάση που ήδη απειλεί να αλλοιώσει ανεπίστρεπτα την ταυτότητά του μέσω του υπερτουρισμού, της αλόγιστης δόμησης, της εξάντλησης των φυσικών πόρων και της ερημοποίησης; Μα ακριβώς ότι έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αναλλοίωτο στον χρόνο, ότι μας επαναφέρει στην ανθρώπινη κλίμακα, στο παρθένο, στο αυθεντικό, στο χειροποίητο, σε ό,τι ακριβώς λείπει από τον αστικό, βιομηχανοποιημένο τρόπο ζωής.
Αντί, λοιπόν, το ελληνικό κράτος να προστατέψει ως κόρη οφθαλμού αυτό το μοναδικό περιβάλλον από καθετί απειλεί την ταυτότητά του, επιλέγει –και μέσω των υπεράκτιων αιολικών– να καταστρέψει αυτό το σε μεγάλο βαθμό ανέγγιχτο για αιώνες τοπίο, να το κατατμήσει σε «οικόπεδα» και να το παραχωρήσει σε επενδυτές για την εγκατάσταση εκατοντάδων ανεμογεννητριών. Με μια πολύ σημαντική διαφορά σε σχέση με τα θαλάσσια αιολικά που εγκαθίστανται π.χ. στη Βόρεια Ευρώπη: Ενώ η ευρωπαϊκή μέση απόσταση από την ακτή των υπεράκτιων αιολικών υπό κατασκευή το 2020 ήταν 44 χιλιόμετρα, με κάποια να εγκαθίστανται ακόμα και σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 90 χιλιομέτρων από τις ακτές, στο Αιγαίο είναι δυνατή η εγκατάστασή τους μόνο εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων, δηλαδή μιας ζώνης που κυμαίνεται από ένα έως έξι ναυτικά μίλια από την ακτή (1,85 έως 11,11 χιλιόμετρα), ουσιαστικά πρόκειται για παράκτια –και όχι για υπεράκτια– αιολικά.
Εχει άραγε αντίκρισμα αυτή η θυσία; Η απώλεια ενός μοναδικού τοπίου, η απειλή που συνιστούν για τα πτηνά, τα θαλάσσια θηλαστικά, και το θαλάσσιο οικοσύστημα εν γένει, για τις οικονομικές δραστηριότητες που θα επηρεαστούν ή θα ανασταλούν πλήρως; Θα συμβάλει στην αναχαίτιση της κλιματικής κρίσης και στην ενεργειακή αυτονομία της χώρας; Δυο μόνο γεγονότα αρκούν να μας πείσουν πως το εγχείρημα δεν αφορά καθόλου αυτές τις επιδιώξεις: κατ’ αρχάς, η ίδια εθνική αρχή που είναι υπεύθυνη για το πρόγραμμα των υπεράκτιων αιολικών προωθεί ταυτόχρονα και τις εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Ιόνιο, στη θαλάσσια περιοχή της Κρήτης και στην Ηπειρο. Επιπλέον, ο ίδιος ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας μας έχουν ανακοινώσει ουκ ολίγες φορές ότι το πρόγραμμα των υπεράκτιων αιολικών είναι αναγκαίο όχι για την ενεργειακή μας αυτάρκεια, αλλά για να καταστεί η χώρα εξαγωγέας «πράσινης» ενέργειας, καθώς είναι πλέον κοινός τόπος ότι η εγχώρια κατανάλωση υπολείπεται κατά πολύ του τερατώδους ενεργειακού πλεονάσματος που οραματίζονται οι σχεδιαστές της ενεργειακής πολιτικής της χώρας μας, όπως αυτό αποτυπώνεται εύγλωττα και στο πρόσφατο, αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Θυσία χωρίς αντίκρισμα και αυτή λοιπόν: η εκβιομηχάνιση ενός νησιωτικού περιβάλλοντος που σμιλεύτηκε επί αιώνες από τον αέρα, το νερό και τον άνθρωπο, για να καταστεί στους νεότερους χρόνους παγκόσμιο brand name, στον βωμό μιας χωρίς τέλος ενεργειακής «φρενίτιδας». Μόνη ελπίδα να αποτραπεί αυτό το δυστοπικό μέλλον για το Αιγαίο είναι η ενεργή εναντίωση των πολιτών σε αυτούς τους σχεδιασμούς, όπως ήδη βλέπουμε να συμβαίνει στα Διαπόντια Νησιά, στην Κρήτη και στη Σαμοθράκη.
*Μέλος της Κίνησης για την Προστασία των Νησίδων