Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Επιτάφια και Αναστάσιμη Οφειλή σε Άννα και Σουζάνα, του Αντώνη Ανηψητάκη

Γράφτηκε από  Κατηγορία ΑΠΟΨΕΙΣ Παρασκευή, 07 Μαΐου 2021 10:52

Κυοφορούνταν πολύ καιρό, επιτάφια και αναστάσιμη η οφειλή μου ως πολίτης της Σητείας σε δυο κυρίες του τεχνικού κόσμου, την πολιτικό μηχανικό Άννα Κοκκινάκη - Δανιήλ, 18/1/1941 - 28/4/2019 και την αρχιτέκτονα  Σουζάνα Κολοκυθά - Αντωνακάκη, 26/6/1935 - 5/7/2020. Κλείνουν αυτές τις μέρες δυο χρόνια από το θάνατο της Άννας και 10 μήνες από το θάνατο της Σουζάνας. Η αρμονική συνήχηση των ονομάτων τους αντιστοιχίζεται με το αρμονικό αποτύπωμα που άφησαν στον πολεοδομικό ιστό της πόλης μου, στο αρχιτεκτονικά καινοτόμο Νοσοκομείο της πόλης η Σουζάνα και σε κτίριο καταστημάτων γραφείων η Άννα, που σε πείσμα των καιρών “ερωτεύεται” το δημόσιο χώρο.

Η Σουζάνα -την γνώριζα ελάχιστα, υπήρξε με το σύζυγό της Δημήτρη το πιο εμβληματικό ζευγάρι αρχιτεκτόνων που σφράγισε τη σύγχρονη αρχιτεκτονική στη χώρα μας με ένα σεφερικό τρόπο, μοντέρνο και βαθιά ελληνικό, χαμηλόφωνο, διεισδυτικό, που κατάφερνε να χωνεύει τα σύγχρονα αιτήματα της απλότητας και της λειτουργικότητας με το ελληνικό ανάγλυφο, το φως, το κλίμα, τη σωρευμένη σοφία της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Η ευγενική μορφή της υπέγραφε δια βίου τα παραπάνω. Την λόγιαζα συντρόφισσα στην Ανανεωτική Αριστερά.

Η Άννα, υπήρξε φίλη μου, διακρίθηκε τόσο στο επάγγελμα της, όσο και ακαδημαϊκά - έγινε καθηγήτρια οικοδομικής στο ΑΠΘ. Εξ ίσου διακρίθηκε και στην προσωπική της ζωή, όπου πορεύτηκε με πυξίδα την οργάνωση, τη σκληρή δουλειά και την αξιοπρέπεια. Χήρεψε νωρίς, πάλεψε τα μύρια κύματα μα κατάφερε να μεγαλώσει και να σπουδάσει δυο εξαιρετικά κορίτσια, την Μιμή και την Άλκηστη, αρχιτεκτόνισσες με πλούσια μεταπτυχιακά αμφότερες. Την κατέτασσα στη φωτισμένη δεξιά, κληρονομικώ δικαίω, είχε θείους το Νομάρχη της Δεξιάς Μανώλη Γαλανάκη και τον φωτισμένο φιλόλογο Μενέλαο Παρλαμά.

Παρέκβαση πρώτη. Η διαφορετική ιδεολογία τους υπήρξε στοιχείο συνοδοιπορίας -ακούγεται παράδοξο στους διχαστικούς καιρούς μας, κατά πως το είχε ονειρευτεί ο Κύρκος μεταπολιτευτικά· έναν ελληνικό ιστορικό συμβιβασμό, μια πλατιά συμμαχία από τη φωτισμένη δεξιά ως την ανανεωτική αριστερά που θα πραγμάτωνε τις ώριμες  διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις - ναι τότε η μεταρρύθμιση είχε προοδευτικό πρόσημο,  για μια σύγχρονη, ευημερούσα Ελλάδα. Το όραμα εκείνο το συνέθλιψε ο παλαιοκομματισμός, όμως κάποιες μάχες κερδήθηκαν και στο επίπεδο της πολεοδομικής - χωροταξικής πολιτικής από εμπνευσμένους υπουργούς και στο επίπεδο της πράξης από εμπνευσμένους μηχανικούς. Πρώτα ο φωτισμένος δεξιός Στέφανος Μάνος με το Ν.947/79 και λίγο μετά μετά ο ρηξικέλευθος αριστερός Αντώνης Τρίτσης με το Ν.1337/83 πρόλαβαν να θέσουν τις βάσεις προστασίας του δομημένου και μη περιβάλλοντος, αντιμετωπίζοντας την αυθαίρετη δόμηση.  Και τους δυο όμως, φευ, τους απέπεμψαν μετ’ επαίνων τα κόμματά τους για να παλινορθωθεί αρειμάνια η ρουσφετολογική αναρχία στο χώρο.

Παρέκβαση δεύτερη. Ο μακρύς χρόνος της Ιστορίας δεν αντιστοιχίζεται με το σύντομο βιο ημών των θνητών, ωστόσο έχουν την σημασία τους τέτοιες οφειλές, γιατί αναδεικνύουν αξίες παραγνωρισμένες μα πολύτιμες στην μεταιχμιακή εποχή μας, την οποία σηματοδοτεί το μακρύ ψυχορράγημα του καπιταλισμού μέσα από την καταφανή αδυναμία του να αντιμετωπίσει την κλιματική απειλή, τις εκρηκτικές ανισότητες, την πανδημία. Μιλώ για τις αξίες της δοτικότητας και της συνοχής.

Θα προσπαθήσω να δείξω πως και τα δυο έργα υπηρετούν με ποικίλους τρόπους αυτές τις αξίες. Υπερβαίνοντας αριστερές και δεξιές μανιέρες και δόγματα, που ζητούν συνεχώς είτε περισσότερο είτε λιγότερο δημόσιο χώρο, πέτυχαν να συνυφάνουν “με γνώση και με τρόπο” δίπολες ατίθασες ποιότητες, όπως τη γέννα με τον θάνατο, το κοινό με το προσωπικό όφελος, το τοπικό με το παγκόσμιο.

Το νοσοκομείο Σητείας[1] και μόνο από τη εξωτερική φωτογραφία του δε θυμίζει νοσοκομείο, ανάλογη είναι και η εντύπωση από το εσωτερικό του. Η στερεοτυπική εικόνα για το νοσοκομείο σχετίζεται με έναν ναό του πόνου. Αυστηρές γραμμές, μακροί ατέλειωτοι διάδρομοι, που και μόνο στη θέασή τους ο άνθρωπος μικραίνει από δέος. Περιθωριακά μοναχά, στις μαιευτικές και παιδιατρικές κλινικές θα συναντήσεις λίγο χρώμα, λίγη χαρά, θα αντλήσεις λίγη αισιοδοξία. Αντίθετα, μπαίνοντας στο νοσοκομείο Σητείας σε υποδέχεται μια αρχιτεκτονική ένεση αισιοδοξίας, πολύ χρήσιμη και ιατρικά, κάτι σαν την αναγνωρισμένη θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής του Μότσαρτ. Οι διάδρομοι στη “δαιδαλώδη διαύγειά τους” αποτρέπουν το δέος να σμικρύνει την αυτοπεποίθησή σου, εκπλήσσοντάς σε διαρκώς με χρώματα, απρόσμενες γωνιές, παράθυρα θέας και φωτός.


Ας μιλήσει όμως καλύτερα ο Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος, ο οποίος στο βιβλίο του “Το Νοσοκομείο στις Διασταυρώσεις της Αρχιτεκτονικής με την Ιατρική”, εκδόσεις ΜΙΕΤ γράφει:

“… Αν λοιπόν ή δεκαετία τού 1980 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περίοδος των μεγάλων περιφερειακών πανεπιστημιακών νοσοκομείων, άλλο τόσο μπορεί να προσδιοριστεί και ως περίοδος ακμής μιας ελεύθερης και σχετικά αντισυμβατικής σχεδιαστικής απόδοσης με ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, σε ό,τι άφορά κυρίως τα νομαρχιακά νοσοκομεία σχετικά μικρής κλίμακας. Πλάι σε λύσεις οι οποίες ακολουθούν λίγο ως πολύ παραλλαγές γνωστών και δοκιμασμένων προτύπων προς το τέλος τής περιόδου και κατά τη διάρκεια τής δεκαετίας του 1990 αναπτύσσονται ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα πού αναζητούν … μια ουσιαστική διεύρυνση της σημασίας του αρχιτεκτονημένου χώρου και της ανανεωμένης προσέγγισης της καθεαυτό εικόνας του νοσοκομείου.

Το πιο ρηξικέλευθο ίσως από αυτά είναι το Νομαρχιακό Νοσοκομείο, δυναμικότητας 110 κλινών, στη Σητεία της Κρήτης, πού σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες Δημήτρη και Σουζάνα Αντωνακάκη και την Μπούκη Μπαμπάλου. Η σπονδυλωτή σύνθεση τού Νοσοκομείου Σητείας οργανώνεται γύρω από έναν εγκάρσιο άξονα-δρόμο και έναν κεντρικό αίθριο χώρο, πού διαχωρίζουν και μαζί ενοποιούν τις λειτουργίες και τα τμήματα ανάλογα με το χαρακτήρα τους· από τα πιο δημόσια και γενικής αναφοράς, όπως τα τμήματα των εξωτερικών ιατρείων, εργαστηρίων, διοίκησης και προσωπικού, στα πιο Ιδιωτικά και ειδικής αναφοράς, όπως τα τμήματα νοσηλείας και ιατρικών πράξεων και επεμβάσεων. Οι αρχιτέκτονες θέλησαν να προσδώσουν στο έργο τους την εικόνα ενός κοινωνικού κέντρου ή/και μιας σύνθετης συλλογικής κατοικίας, ενός σύγχρονου “Ασκληπιείου”, πού να ενισχύει το πνεύμα της συλλογικότητας, της συγκατοίκησης, της συναναστροφής και της βιωματικής αμεσότητας ανάμεσα στο φυσικό και το ανθρωπογενές. Με μια έννοια, πρότειναν μια λύση πού αναιρεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα συμβατικά όρια χωροταξικών διακρίσεων, κάτι πού θα μπορούσε κάλλιστα να ταυτιστεί με την ερμηνεία της ιδέας και την απόδοση ενός «θεραπευτικού περιβάλλοντος». Και εδώ, η κλίμακα, το φως, το άνοιγμα στις θέες, οι σωστοί προσανατολισμοί, ή εναλλαγή τον κινήσεων και των στάσεων, καθώς και ή ομαλή προσαρμογή στα εδαφολογικά δεδομένα, αποτελούν ουσιαστικές ποιότητες, ενισχύοντας τους πιο πάνω στόχους.”

Το μικρό εμπορικό κέντρο καταστημάτων γραφείων που σχεδίασαν η Άννα με την Μιμή και την αρχιτέκτονα Ελένη Ανδρέου, βρίσκεται σε ιδιόκτητο οικόπεδο 4 στρεμμάτων με τρεις προσόψεις στις οδούς, Μελίνας Μερκούρη, Ιτάνου και Στρατή Καλογερίδη. Αποτελείται από ένα διώροφο συγκρότημα με υπόγειο 8 καταστημάτων και 8 γραφείων και ένα δεύτερο, ισόγειο με υπόγειο 3 καταστημάτων που ενοποιήθηκαν και λειτουργούν ως Super-Market. Η μελέτη-κατασκευή έγινε το διάστημα 2006-2010. Εισαγωγικά ανέφερα πως το έργο “ερωτεύεται” το δημόσιο χώρο. Εξηγούμαι: σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του ιδιωτικού, από την προσπάθεια ιδιοποίησης δημόσιου χώρου, είτε αυτό αφορά περίπτερα είτε μέγα-έργα όπως το Ελληνικό, εδώ έχουμε αντιθέτως ένα ιδιωτικό έργο που δωρίζει εντός του διαβάσεις, οιονεί δρόμους που προσκαλούν τον κάθε πολίτη να τους διαβεί με ασφάλεια και ευχαρίστηση καθώς διασχίζουν ένα περιποιημένο κήπο και μια δροσερή στοά φτιαγμένη επί τούτου. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε επίσης στον επιμελημένο ενεργειακό σχεδιασμό όπως μαρτυρούν τα σκίαστρα της εικόνας[2].

 

 

 

 

Αντιγράφω από την πινακίδα παρουσίασης του έργου στην 4η Triennale 2004-2007 “Αρχιτεκτονική στην Κρήτη». ΚΑΜ, Χανιά, 9/2 έως 3/3/2008, στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου που διηύθυνε ο Δημήτρης Αντωνακάκης και όπου πιθανότατα η Σουζάνα συναντήθηκε με την Άννα.

“Ο ενεργειακός σχεδιασμός ήταν ο κύριος άξονας σύμφωνα με τον οποίο μελετήθηκε και σχεδιάστηκε το επιχειρηματικό και εμπορικό κέντρο στη Σητεία Κρήτης …

… Ο προσανατολισμός, το σχήμα του οικοπέδου και η σχέση με τους δρόμους και τις προσβάσεις καθόρισαν σε σημαντικό βαθμό τη χωροθέτηση και το σχήμα των κτιρίων. Η λειτουργική οργάνωση του χώρου ήταν μία επιπλέον παράμετρος που λήφθηκε υπόψη στη φάση του σχεδιασμού με στόχο την καλή ενσωμάτωση του συγκροτήματος στο υφιστάμενο αστικό κοινωνικό περιβάλλον.

… Η διαμόρφωση των προσβάσεων στον ακάλυπτο συνδέει τα κτίρια άμεσα με όλους τους γύρω δρόμους ενισχύοντας έτσι την εμπορικότητα του συγκροτήματος. Η λειτουργική οργάνωση του συγκροτήματος δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανθρώπινη παρουσία κατά το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου. Φιλοδοξία των επιλογών σχεδιασμού ήταν ο χώρος να μην μένει κενός από δραστηριότητα συγκεκριμένες ώρες της ημέρας και μέσω ενός “πολυλειτουργικού προφίλ” να δοθούν οι αφορμές για να γίνει ένας τόπος συνάντησης και συγχρωτισμού της τοπικής κοινωνίας.”

Τα παραπάνω γενούν όμως ένα ερώτημα. Τι απομένει απ’ αυτό το σχεδιασμό 30 χρόνια μετά τα εγκαίνια του Νοσοκομείου και 10 χρόνια από την ολοκλήρωση του εμπορικού κέντρου; Πολλά μένουν, αλλ’ όχι όλα. Το νοσοκομείο “εμπλουτίστηκε” με πέριξ κτίσματα, κυλικείο, μηχανοστάσιο, πύλη ΕΚΑΒ και πρόσφατα εμβολιαστικό κέντρο.  Οι γιατροί στην πλειοψηφία τους συνεχίζουν να δυσανασχετούν για το ότι το νοσοκομείο δεν είναι “κανονικό” μη κατανοώντας πως αυτές οι δαιδαλώδεις διαύγειες διευκολύνουν το έργο τους ανεβάζοντας την ψυχολογία των ασθενών. Στο μικρό εμπορικό κέντρο πάλι το Super-Marketκατάργησε τα σκίαστρα διότι λέει δεν ταίριαζαν με το εμπορικό προφίλ της αλυσίδας, αλλά και μερικοί ένοικοι γκρινιάζουν για τα αυξημένα έξοδα συντήρησης των σκιάστρων αγνοώντας το κόστος της κλιματικής αλλαγής.

Παρέκβαση τρίτη, τελευταία. Ένα άλλο κοινό που συνέδεε την Σουζάνα και την Άννα ήταν η αγάπη τους για την γλώσσα μας. Σε άρθρο της στα Νέα με τίτλο “ο Αρχιτέκτων Ποιητής” και υπότιτλο “Το ουράνιο τόξο είναι το χρώμα που / προτιμώ” στις  24/3/1999 αποχαιρετάει τον αγαπημένος της αρχιτέκτονα Aldo van Eyck.

Αντιγράφω: “… Με το έργο του απέδειξε ότι ο χώρος πρέπει να προσφέρεται για να κατοικείται

ποιητικά, αυτή είναι η μεγαλύτερη αρετή του αρχιτεκτονικού έργου. Υποστήριξε με πάθος με το λόγο και το έργο του τη «λαβυρινθώδη διαύγεια». Αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να συνδυαστούν δύο τόσο αντιφατικοί όροι: λαβύρινθος και διαύγεια, κι όμως, μ' αυτήν την χαρακτηριστική προκλητική σύζευξη, ο Aldo van Eyck παραπέμπει σε προαιώνιους μυθικούς δεσμούς του χώρου και του ανθρώπου, δεσμούς που έχουν με τα χρόνια ξεχαστεί, γεγονός που έχει οδηγήσει την αρχιτεκτονική στην ευτέλεια, στην επιπολαιότητα και σε επιφανειακές απλοϊκότητες, ή ανόητες και αφελείς πολυπλοκότητες.

 

… Ας είναι λοιπόν το έργο σου εις τους αιώνες φωτεινό αστεράκι για τους ποιητές

 

όλου του κόσμου. Στη μνήμη σου, για συντροφιά στους ουρανούς, σού αφιερώνω ένα

 

στίχο του Γιάννη Ρίτσου, από τους Έλληνες ποιητές που αγάπησες:

 

Τα τέσσερα παράθυρα κρεμούν στις

κάμαρες, ομοιοκατάληκτα τετράστιχα από

ουρανό και θάλασσα.”

 

Αποχαιρετώντας τη συμμαθήτρια του Άννα, ο π. Δήμαρχος Σητείας Νίκος Πετράκης, που παρεμπιπτόντως πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Νοσοκομείου Σητείας και του οποίου το σπίτι στη Σητεία σχεδίασαν οι Αντωνακάκηδες, γράφει στην εφημερίδα Ανατολή της 19/6/2019 ένα παιδικό ποίημά της που φύλαξε ακέριο στη μνήμη του για 65 χρόνια!

 

Δεν θέλω στη ζωή μου να’ μαι

όμορφο αμύρωτο λουλούδι

ούτε και τρελοπεταλούδι

χωρίς σκοπό!

Ούτε τζιτζίκι ή ποταμάκι

που μια με γάργαρο νεράκι

και μια ξερό.

Θέλω εγώ μέλισσας το ζήλο

κι΄ από χαμομήλι μύρο

ευωδιαστό.

Θέλω μικρού ρυακιού τη χάρη

που γάργαρο πάντα κυλάει

ως το γιαλό.

 

Με τούτες τις ποιητικές αναφορές ολοκλήρωσα την επιτάφια οφειλή μου στην Σουζάνα και την Άννα που άφησαν στην πόλη μου δυο αρχιτεκτονικά έργα παραδειγματικά και αναστάσιμα.



[1] η φωτογραφία περιέχεται στο βιβλίο του Κωνσταντίνου Ξανθόπουλου.

[2] Το φωτορεαλιστικό είναι από την πινακίδα παρουσίασης του έργου στο ΚΑΜ.

 

Διαβάστηκε 712 φορές Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 07 Μαΐου 2021 11:06